Από τις διατάξεις των άρθρων 111 παρ. 2, 118 παρ. 4 και 216 παρ. 1 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (ΚΠολΔ) προκύπτει ότι η σαφής έκθεση των γεγονότων που θεμελιώνουν νομικά την αγωγή αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την εγκυρότητά της.
Συγκεκριμένα:
Άρθρο 111 παρ. 2 ΚΠολΔ: “Στο δικόγραφο της αγωγής πρέπει να αναφέρονται, τα πραγματικά περιστατικά που θεμελιώνουν το αίτημα”.
Άρθρο 118 παρ. 4 ΚΠολΔ: “Η αγωγή είναι απαράδεκτη, αν δεν περιέχει σαφή έκθεση των πραγματικών περιστατικών που θεμελιώνουν το αίτημα”.
Άρθρο 216 παρ. 1 ΚΠολΔ: “Το δικαστήριο, ύστερα από αίτηση του διαδίκου ή και αυτεπαγγέλτως, μπορεί να διατάξει την προσκόμιση, με προθεσμία, εγγράφων που είναι αναγκαία για την απόδειξη πραγματικών περιστατικών που θεμελιώνουν ή στηρίζουν το αίτημα της αγωγής ή την ένσταση”.
Επιπλέον, η νομολογία έχει εδραιώσει την άποψη ότι η σαφής έκθεση των πραγματικών περιστατικών:
Πρέπει να περιλαμβάνει όλα τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για την υπαγωγή της αγωγής σε συγκεκριμένο κανόνα δικαίου.
Να είναι ορισμένη και χωρίς ασάφειες ή αοριστίες.
Να διατυπώνεται με σαφήνεια, χωρίς αντιφάσεις και λογικά κενά.
Να επιτρέπει στον εναγόμενο να ασκήσει αποτελεσματικά την άμυνά του.
Σε περίπτωση που η αγωγή δεν περιέχει σαφή έκθεση των πραγματικών περιστατικών, το δικαστήριο μπορεί να:
Κηρύξει την αγωγή απαράδεκτη.
Διατάξει την διόρθωση ή την συμπλήρωσή της.
Καλέσει τους διαδίκους για να διευκρινίσουν τα πραγματικά περιστατικά.
Σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 713 και 722 του Αστικού Κώδικα (ΑΚ) συνάγεται ότι ο εντολοδόχος δικαιούται να αξιώσει από τον εντολέα τις δαπάνες που πραγματοποίησε από τη δική του περιουσία για την εκτέλεση της εντολής.
Άρθρο 713 ΑΚ: “Ο εντολοδόχος έχει υποχρέωση να διεξαγάγει χωρίς αμοιβή την υπόθεση που του ανέθεσε ο εντολέας. Έχει όμως δικαίωμα να αξιώσει από τον εντολέα, τις αναγκαίες δαπάνες που έκανε για την εκτέλεση της εντολής”.
Άρθρο 722 ΑΚ: “Ο εντολέας οφείλει να αποζημιώσει τον εντολοδόχο για κάθε ζημία που υπέστη από την εκτέλεση της εντολής, ειτε από δόλο του εντολέα ειτε από αμέλεια, ειτε από τυχαίο γεγονός”.
Σύμφωνα με τα άρθρα αυτά, ο εντολοδόχος δικαιούται να λάβει από τον εντολέα:
Τις αναγκαίες δαπάνες που πραγματοποίησε για την εκτέλεση της εντολής.
Τυχόν ζημία που υπέστη από την εκτέλεση της εντολής, είτε από δόλο του εντολέα, είτε από αμέλεια, είτε από τυχαίο γεγονός.
Προϋποθέσεις για την αξίωση αποζημίωσης:
Να υπάρχει έγκυρη σύμβαση εντολής.
Ο εντολοδόχος να έχει δαπανήσει χρήματα από τη δική του περιουσία για την εκτέλεση της εντολής.
Οι δαπάνες να ήταν αναγκαίες για την εκτέλεση της εντολής.
Ο εντολοδόχος να έχει ενεργήσει με επιμέλεια.
Είδη δαπανών:
Αναγκαίες δαπάνες: Είναι οι δαπάνες που ήταν απολύτως απαραίτητες για την εκτέλεση της εντολής.
Χρήσιμες δαπάνες: Είναι οι δαπάνες που δεν ήταν απολύτως απαραίτητες, αλλά ωφέλησαν τον εντολέα.
Πολυτελείς δαπάνες: Είναι οι δαπάνες που δεν ωφέλησαν τον εντολέα ή ωφέλησαν τον εντολέα δυσανάλογα με το κόστος τους.
Αξίωση αποζημίωσης:
Ο εντολοδόχος μπορεί να αξιώσει την αποζημίωση με αγωγή.
Η αγωγή ασκείται στο αρμόδιο δικαστήριο.
Ο εντολοδόχος φέρει το βάρος απόδειξης των πραγματικών περιστατικών που θεμελιώνουν την αξίωσή του.
Παραδείγματα:
Ο εντολοδόχος αγοράζει υλικά για την επισκευή του σπιτιού του εντολέα.
Ο εντολοδόχος πληρώνει δικηγόρο για να εκπροσωπήσει τον εντολέα σε δικαστήριο.
Ο εντολοδόχος ταξιδεύει σε άλλη πόλη για να εκτελέσει την εντολή του εντολέα.
Συμπέρασμα:
Ο εντολοδόχος δικαιούται να λάβει από τον εντολέα τις δαπάνες που πραγματοποίησε από τη δική του περιουσία για την εκτέλεση της εντολής, εφόσον οι δαπάνες αυτές ήταν αναγκαίες και ο εντολοδόχος ενεργήσει με επιμέλεια.
Συνεπώς, η σαφής και ορισμένη έκθεση των πραγματικών περιστατικών αποτελεί θεμελιώδες στοιχείο για την εγκυρότητα και την αποτελεσματικότητα της αγωγής.