Στη χώρα μας, το σύμφωνο συμβίωσης νομοθετήθηκε το 2013 και ισχύει από το 2014. Με την ψήφιση του νόμου αυτού, τα ζευγάρια του ίδιου φύλου απέκτησαν το δικαίωμα να συνάψουν σύμφωνο συμβίωσης, εξομοιώνοντας έτσι τα δικαιώματά τους με αυτά των ετερόφυλων ζευγαριών.
Η διαδικασία σύναψης συμφώνου συμβίωσης είναι απλή και γρήγορη. Τα μέρη υπογράφουν συμβολαιογραφική πράξη ενώπιον συμβολαιογράφου, η οποία κατατίθεται στο Ληξιαρχείο του τόπου διαμονής τους.
Το σύμφωνο συμβίωσης μπορεί να ρυθμίσει ένα ευρύ φάσμα θεμάτων, όπως:
- Η κοινή στέγη και οι δαπάνες διαβίωσης
- Η διαχείριση των κοινών περιουσιακών στοιχείων
- Η διατροφή των συντρόφων σε περίπτωση διάστασης ή λύσης του συμφώνου
- Η υιοθεσία παιδιών
- Η κληρονομική διαδοχή
Τα μέρη μπορούν να συμφωνήσουν ελεύθερα σε κάθε θέμα, αρκεί να μην παραβιάζει το νόμο ή τα χρηστά ήθη.
Το σύμφωνο συμβίωσης μπορεί να λυθεί με συμφωνία των μερών, με μονομερή δήλωση λύσης ή αυτοδικαίως, αν συναφθεί γάμος μεταξύ των μερών.
Τα οφέλη του συμφώνου συμβίωσης είναι πολλά. Με τη σύναψη συμφώνου συμβίωσης, τα ζευγάρια μπορούν να:
- Κατοχυρώσουν τη σχέση τους νομικά
- Απολαμβάνουν τα ίδια δικαιώματα και υποχρεώσεις με τα ζευγάρια που έχουν συνάψει γάμο
- Προστατεύσουν τα οικονομικά συμφέροντά τους σε περίπτωση διάστασης ή λύσης της σχέσης
Το σύμφωνο συμβίωσης είναι μια καλή επιλογή για τα ζευγάρια που θέλουν να επισημοποιήσουν τη σχέση τους και να προστατευτούν νομικά.
Τα κυριότερα προνόμια που αποκτούν οι εταίροι με την σύναψη ενός Συμφώνου Ελεύθερης Συμβίωσης περιλαμβάνουν τα εξής:
- Κληρονομικά δικαιώματα: Σε περίπτωση θανάτου ενός από τους εταίρους, ο επιζών αποκτά το δικαίωμα κληρονομίας σύμφωνα με τους νόμους περί διαδοχής.
- Επώνυμο του παιδιού: Αν ένα τέκνο γεννηθεί κατά τη διάρκεια του Συμφώνου Ελεύθερης Συμβίωσης ή εντός τριακοσίων ημερών από τη λύση ή την αναγνώριση της ακυρότητάς του, μπορεί να πάρει το επώνυμο που οι γονείς του επιλέγουν με κοινή και αμετάκλητη δήλωσή τους, όπως αναφέρεται στο Σύμφωνο ή σε μεταγενέστερο συμβολαιογραφικό έγγραφο.
- Αναγνώριση ακυρότητας: Οποιοσδήποτε μπορεί να αμφισβητήσει την έγκυροτητα του Συμφώνου Συμβίωσης, εκτός από τους εταίρους, αν αποδείξει νόμιμο συμφέρον οικογενειακής ή περιουσιακής φύσης. Επίσης, ο αρμόδιος Εισαγγελέας έχει το δικαίωμα να ζητήσει την ακυρότητα του Συμφώνου εάν αντίκειται στη δημόσια τάξη.
- Οικονομική ρύθμιση: Μέσω του Συμφώνου Συμβίωσης ή άλλου συμβολαιογραφικού έγγραφου, μπορούν να ρυθμίζονται οι περιουσιακές σχέσεις μεταξύ των εταίρων, συμπεριλαμβανομένης της κατανομής των αποκτηθέντων περιουσιακών στοιχείων κατά τη διάρκεια του Συμφώνου. Αν δεν υπάρχει συμφωνία για την κατανομή, μπορεί να ζητηθεί αποζημίωση από τον άλλο εταίρο για τη συνεισφορά που έχει γίνει.
Παρόλα αυτά, το Σύμφωνο Συμβίωσης έχει και μερικά μειονεκτήματα. Οι σύντροφοι δεν απολαμβάνουν την ίδια νομική αναγνώριση με τους παντρεμένους συζύγους, και αυτό μπορεί να αποτρέψει πολλά νέα ζευγάρια από το να επιλέξουν τη σύναψη ενός Συμφώνου Ελεύθερης Συμβίωσης.
Η κοινή φορολογική δήλωση δεν είναι εφικτή για τα άτομα που έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης. Επίσης, δεν απολαμβάνουν τα ίδια ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά δικαιώματα. Αυτό σημαίνει ότι δεν θεωρούνται “οικογένεια” σύμφωνα με την ασφαλιστική νομοθεσία και, ως εκ τούτου, δεν μπορούν να ασφαλιστούν ως έμμεσα μέλη και να λάβουν σύνταξη χηρείας.
Έχουν προκύψει γραφειοκρατικά προβλήματα, καθώς η Διοίκηση δεν έχει ενσωματώσει σωστά τον νόμο. Σύμφωνα με τον νόμο, ένα παιδί που γεννιέται κατά τη διάρκεια του συμφώνου συμβίωσης ή εντός τριακοσίων ημερών από τη λύση ή την ακύρωσή του, θεωρείται νόμιμο παιδί του άνδρα με τον οποίο η μητέρα συνήψε το σύμφωνο. Αυτή η υπόθεση μπορεί να ανατραπεί μόνο με αμετάκλητη δικαστική απόφαση. Η ακύρωση ή ακύρωση του συμφώνου δεν επηρεάζει την πατρότητα των παιδιών.
Επιπροσθέτως, η γονική μέριμνα για ένα παιδί που γεννιέται κατά τη διάρκεια του συμφώνου συμβίωσης ή εντός τριακοσίων ημερών από τη λύση ή την ακύρωσή του ανήκει στους δύο γονείς και ασκείται κοινώς. Οι διατάξεις του Αστικού Κώδικα για τη γονική μέριμνα των παιδιών που προέρχονται από γάμο εφαρμόζονται αντίστοιχα και σε αυτήν την περίπτωση.
Σε περίπτωση λύσης του συμφώνου συμβίωσης, η γονική μέριμνα ρυθμίζεται σύμφωνα με το άρθρο 1513 του Αστικού Κώδικα, το οποίο ορίζει ότι “σε περίπτωση διαζυγίου ή ακύρωσης του γάμου και όταν οι δύο γονείς είναι ζωντανοί, η γονική μέριμνα ρυθμίζεται από το δικαστήριο. Η γονική μέριμνα μπορεί να ανατεθεί σε έναν από τους γονείς ή, εάν συμφωνούν και καθορίζουν ταυτόχρονα την τοποθεσία διαμονής του παιδιού, σε κοινή επιμέλεια από τους δύο. Το δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει διαφορετικά, ιδίως να κατανείμει τη γονική μέριμνα μεταξύ των γονέων ή να αναθέσει την σε τρίτο πρόσωπο.
Κατά τη λήψη απόφασής του, το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη του τις μέχρι τότε σχέσεις του παιδιού με τους γονείς και τα αδέλφια του, καθώς και τυχόν συμφωνίες που έχουν συνάψει οι γονείς του παιδιού σχετικά με τη φροντίδα και τη διοίκηση της περιουσίας του.
Ο γονέας στον οποίο δεν έχει ανατεθεί η γονική μέριμνα έχει το δικαίωμα να ζητά πληροφορίες από τον άλλο γονέα σχετικά με το παιδί και την περιουσία του.
Επιπλέον, πρέπει να σημειωθεί ότι προς το παρόν ο νόμος δεν καλύπτει τα ζευγάρια ίδιου φύλου. Ωστόσο, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έχει καταδικάσει την Ελλάδα επειδή ο νόμος 3719/2008 επέτρεπε μόνο σε άτομα διαφορετικού φύλου να συνάπτουν σύμφωνο συμβίωσης, παραβιάζοντας το δικαίωμα σε οικογενειακή ζωή (άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου) και την απαγόρευση των διακρίσεων (άρθρο 14 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου).