Κακούργημα και πλημμέλημα είναι οι δύο κατηγορίες ποινικών αδικημάτων που προβλέπονται από τον Ελληνικό Ποινικό Κώδικα. Η διάκριση αυτή γίνεται με βάση τη βαρύτητα της πράξης, η οποία εκφράζεται από την προβλεπόμενη ποινή.
Κακούργημα είναι κάθε πράξη που τιμωρείται με ισόβια ή πρόσκαιρη κάθειρξη. Η κάθειρξη είναι ποινή στερητική της ελευθερίας, η οποία διαρκεί τουλάχιστον 5 έτη. Το κακούργημα είναι η σοβαρότερη κατηγορία ποινικού αδικήματος, και τιμωρείται με τις αυστηρότερες ποινές.
Πλημμέλημα είναι κάθε πράξη που τιμωρείται με φυλάκιση ή χρηματική ποινή ή περιορισμό σε ειδικό κατάστημα κράτησης νέων. Η φυλάκιση είναι ποινή στερητική της ελευθερίας, η οποία διαρκεί από 10 ημέρες έως 5 έτη. Η χρηματική ποινή είναι η επιβολή ενός ποσού χρημάτων στον δράστη. Ο περιορισμός σε ειδικό κατάστημα κράτησης νέων είναι μια μορφή ποινής στερητικής της ελευθερίας που επιβάλλεται σε νέους ηλικίας 18 έως 21 ετών.
Τα εγκλήματα, με βάση τη σοβαρότητα της επιβαλλόμενης τιμωρίας, χωρίζονται σε κακουργήματα και πλημμελήματα. Πριν την εφαρμογή του νέου Ποινικού Κώδικα, υπήρχε και τρίτη κατηγορία, τα πταίσματα, τα οποία πλέον θεωρούνται διοικητικά αδικήματα σύμφωνα με ειδικούς νόμους (Αιτ. Εκθ. του νέου Π.Κ.).
Η κατηγοριοποίηση των αδικημάτων βασίζεται στην προβλεπόμενη ποινή για κάθε ένα. Σύμφωνα με τα άρθρα 18 και 19 Π.Κ., κάθε πράξη που τιμωρείται με ισόβια ή πρόσκαιρη κάθειρξη είναι κακούργημα, ενώ κάθε πράξη που τιμωρείται με φυλάκιση ή χρηματική ποινή ή περιορισμό σε ειδικό κατάστημα κράτησης νέων ή μόνο με χρηματική ποινή ή παροχή κοινωφελούς εργασίας είναι πλημμέλημα. Σημαντικό είναι ότι η διάκριση γίνεται με βάση την ποινή που ορίζει ο νόμος και όχι αυτή που τελικά επιβάλλεται από το δικαστή.
Επίσης, ελαφρυντικές περιστάσεις ή μειωμένη ποινή σύμφωνα με το άρθρο 83 Π.Κ. δεν επηρεάζουν τον χαρακτηρισμό του εγκλήματος. Για παράδειγμα, μια πράξη που θεωρείται κακούργημα λόγω της προβλεπόμενης ποινής κάθειρξης, δεν μετατρέπεται σε πλημμέλημα επειδή τελικά επιβλήθηκε φυλάκιση με ελαφρυντικά. Επομένως, η κατηγοριοποίηση βασίζεται αποκλειστικά στην προβλεπόμενη ποινή και όχι στην τελική απόφαση του δικαστή (άρθρο 19 Π.Κ.).
Επιμέρους διαφορές
Εκτός από τη βαρύτητα της προβλεπόμενης ποινής, υπάρχουν και άλλες διαφορές μεταξύ κακουργήματος και πλημμελήματος. Συγκεκριμένα:
Η διαδικασία απονομής της δικαιοσύνης είναι διαφορετική για τα κακουργήματα και τα πλημμελήματα. Τα κακουργήματα εκδικάζονται ενώπιον των Εφετείων Κακουργημάτων και των Μεικτών Ορκοτών Δικαστηρίων, ενώ τα πλημμελήματα ενώπιον των Πλημμελειοδικείων.
Η παραγραφή των κακουργημάτων είναι μεγαλύτερη από την παραγραφή των πλημμελημάτων. Για τα κακουργήματα η παραγραφή είναι 20 έτη, ενώ για τα πλημμελήματα είναι 5 έτη κατά το άρθρο 111 παρ.2 Π.Κ.
Η ποινική μεταχείριση του δράστη μετά την έκτιση της ποινής είναι διαφορετική για τα κακουργήματα και τα πλημμελήματα. Οι καταδικασθέντες για κακούργημα υπόκεινται σε ορισμένους περιορισμούς, όπως η απαγόρευση της κατοχής όπλων ή η απαγόρευση της άσκησης ορισμένων επαγγελμάτων.
Συμπέρασμα
Η διάκριση μεταξύ κακουργήματος και πλημμελήματος είναι σημαντική, καθώς έχει επιπτώσεις στη διαδικασία απονομής της δικαιοσύνης, στην παραγραφή της πράξης και στην ποινική μεταχείριση του δράστη.
«ΕΠΙΤΟΜΗ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ», Αριστοτέλης Ι. Χαραλαμπάκης, εκδ. Π.Ν. Σάκκουλας, 2016
«ΠΟΙΝΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ Ερμηνεία-Εφαρμογή», Μιχαήλ Μαργαρίτης| Άντα Μαργαρίτη, εκδ. Π.Ν. Σάκκουλας, 2020
«Ο ΝΕΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ Ερμηνεία κατ’ άρθρο του Ν.4620/2019 Τόμος Πρώτος (Άρθρα 1-461)», Λάμπρος Μαργαρίτης, Καθηγητής ΑΠΘ, εκδ. Νομική Βιβλιοθήκη, 2020
