Η έννοια της διάστασης προκαλεί ανασφάλεια σε πολλούς ανθρώπους, καθώς παρόλο που κατανοούν περίπου το νόημά της, δυσκολεύονται να την περιγράψουν με ακρίβεια και συχνά την συγχέουν με το διαζύγιο. Αρχικά, πρέπει να σημειωθεί ότι ένας άνθρωπος που βρίσκεται σε διάσταση είναι παντρεμένος και θα παραμείνει έτσι μέχρι να εκδοθεί μια αμετάκλητη απόφαση διαζυγίου μετά από μια αγωγή για λύση του γάμου αυτού ή του συζύγου του.
Σε ποιες περιπτώσεις δεν επιδέχεται επιθυμητή διάσταση παρά την απουσία συνοίκησης;
Δεν υφίσταται διάσταση όταν οι σύντροφοι δεν έχουν την πρόθεση να λύσουν την συντροφική σχέση. Τέτοιες καταστάσεις συνήθως συμβαίνουν όταν ένας από τους συντρόφους αναγκάζεται να απομακρυνθεί από το κοινό τους σπίτι λόγω εργασίας, στράτευσης ή άλλων υποχρεώσεων, αλλά διατηρεί το ενδιαφέρον να φροντίζει συναισθηματικά τον σύντροφό του.
Υπάρχει διάσταση όταν οι σύντροφοι μένουν στο ίδιο σπίτι; Είναι κάτι που μπορεί να συμβεί;
Ακόμη και στις περιπτώσεις συνοίκησης, δηλαδή όταν οι σύντροφοι μοιράζονται το ίδιο σπίτι, μπορεί να υπάρχει διάσταση μεταξύ τους. Αυτό συμβαίνει όταν δεν υπάρχει σωματική ή συναισθηματική επαφή μεταξύ τους, προκειμένου για περιπτώσεις “νεκρού γάμου”. Κοινωνικοί και οικονομικοί περιορισμοί, καθώς και η δυσκολία στην εύρεση άλλης κατοικίας, μπορεί να αναγκάζουν το ζευγάρι να συνεχίσει να μένει μαζί, χωρίς να υπάρχει οικογενειακό ενδιαφέρον ή πρόθεση για συντροφική σχέση.
Για να διευκρινιστεί και να κατανοηθεί πλήρως η έννοια της διάστασης, θα ήταν χρήσιμο να την εξετάσουμε σε αντίθεση με την έννοια της συμβίωσης. Η συμβίωση είναι ένα αόριστο νομικό έννοια, το περιεχόμενο του οποίου αλλάζει συνεχώς ανάλογα με τις κοινωνικές ηθικές που επικρατούν καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου. Ωστόσο, η συμβίωση περιλαμβάνει δύο στοιχεία: το εξωτερικό υλικό (corpus) και το εσωτερικό ψυχολογικό (animus). Το πρώτο στοιχείο αφορά τις εξωτερικές εκδηλώσεις της συνύπαρξης των συζύγων, όπως η κοινωνική τους ζωή και η κοινή κατοικία, ενώ το εσωτερικό ψυχολογικό (animus) στοιχείο περιλαμβάνει όλα τα στοιχεία που δημιουργούν μια σχέση συντροφικότητας, εμπιστοσύνης, σεβασμού και αγάπης μεταξύ των συζύγων.
Ποια είναι η επιστημονική οριοθέτηση της διάστασης;
Η διάσταση ορίζεται νομικά ως η φυσική και ψυχική απόσταση μεταξύ των συζύγων, με την πρόθεση να μην έχουν πλέον κοινή ζωή. Τα γεγονότα που οδήγησαν στη φυσική και ψυχική απόσταση των συζύγων δεν έχουν νομική σημασία, αλλά αυτό που ενδιαφέρει το νόμο είναι το γεγονός ότι υπάρχει διάσταση μεταξύ τους. Έτσι, αν υπάρχει η επιθυμία για κοινή ζωή χωρίς να υπάρχει φυσική συνύπαρξη των συζύγων, δεν υπάρχει διάσταση. Ένας επικρατούσας απόφαση στη νομολογία είναι ότι το εσωτερικό ψυχολογικό στοιχείο έχει προτεραιότητα στην αξιολόγηση εάν υπάρχει διάσταση ή όχι, καθώς είναι αυτό που χαρακτηρίζει μια έγγαμη σχέση και όχι το εξωτερικό υλικό στοιχείο της συνύπαρξης. Ωστόσο, υπάρχει και η άποψη ότι για να θεωρηθεί ότι υπάρχει διάσταση, πρέπει να λείπουν είτε τα εξωτερικά είτε τα εσωτερικά χαρακτηριστικά της έγγαμης συμβίωσης. Ο Άρειος Πάγος, για παράδειγμα, έχει αποδεχθεί ότι υπάρχει διάσταση λόγω της απόστασης ενός από τους συζύγους από τη συζυγική κατοικία, με σκοπό να διακοπεί η έγγαμη συμβίωση.
Ωστόσο, η υπεροχή του ψυχολογικού στοιχείου σε σχέση με το υλικό στοιχείο της συνύπαρξης φαίνεται από το γεγονός ότι έχει δικαστικά αποφασιστεί ότι η απόσταση του συζύγου από τη συζυγική κατοικία μόνη της δεν αποτελεί πρόθεση για διάσταση, καθώς ο σύζυγος μπορεί να αποχωρήσει από τη συζυγική κατοικία χωρίς να έχει πρόθεση για οριστική διάλυση της έγγαμης σχέσης, αλλά για άλλους λόγους, όπως επαγγελματικούς ή προσωπικούς.