Google news
Επαναφορά του άρθρου 938 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας περί αίτησης αναστολής

Επαναφορά του άρθρου 938 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας περί αίτησης αναστολής

Οι προϋποθέσεις εφαρμογής της διατάξεως του άρθρου 249 ΚΠολΔ είναι οι εξής:

Να υφίσταται άλλη εκκρεμής δίκη:

Η πρώτη προϋπόθεση είναι να υπάρχει άλλη εκκρεμής δίκη, είτε πολιτική είτε διοικητική, ενώπιον πολιτικού ή διοικητικού δικαστηρίου. Η εκκρεμότητα της άλλης δίκης κρίνεται από την ημερομηνία κατάθεσης της αγωγής ή της αιτήσεως, ανεξάρτητα από το αν έχει προσδιοριστεί δικάσιμος ή αν έχει εκδικαστεί η υπόθεση.
Η διάγνωση της διαφοράς εξαρτάται από την άλλη δίκη: Η δεύτερη προϋπόθεση είναι ότι η διάγνωση της διαφοράς που εκδικάζεται εξαρτάται ολικά ή εν μέρει από την έκβαση της άλλης δίκης. Αυτό σημαίνει ότι η απόφαση της άλλης δίκης θα έχει άμεση επίδραση στην έκβαση της εκκρεμούσας δίκης.
Η άλλη δίκη αφορά το ίδιο αντικείμενο ή το ίδιο προδικαστικό ζήτημα: Η τρίτη και τελευταία προϋπόθεση είναι ότι η άλλη δίκη, θα πρέπει να αφορά το ίδιο αντικείμενο ή το ίδιο προδικαστικό ζήτημα με την εκκρεμούσα δίκη. Με άλλα λόγια, οι δύο δίκες πρέπει να έχουν ως αντικείμενο την ίδια έννομη σχέση ή το ίδιο νομικό ζήτημα.

Εάν συντρέχουν οι παραπάνω προϋποθέσεις, το δικαστήριο δύναται αυτεπαγγέλτως ή ύστερα από αίτηση κάποιου διαδίκου να διατάξει την αναστολή της συζήτησης της εκκρεμούσας δίκης, μέχρι την περάτωση της άλλης δίκης ή μέχρι την έκδοση απόφασης από την διοικητική αρχή, που δεν θα μπορεί να προσβληθεί.

Η αναστολή της δίκης έχει ως αποτέλεσμα την παύση της διεξαγωγής της δίκης για ένα χρονικό διάστημα, μέχρι την περάτωση της άλλης δίκης ή την έκδοση απόφασης από την διοικητική αρχή που δεν θα μπορεί να προσβληθεί. Η αναστολή της δίκης έχει ως συνέπεια την καθυστέρηση της εκδίκασης της υπόθεσης, γεγονός που μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις για τους διαδίκους, όπως την αύξηση των εξόδων της δίκης και την απώλεια της εμπιστοσύνης τους στη δικαιοσύνη.

Διαβάστε  Κανονισμός για την Προστασία των Δεδομένων στις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις

Επομένως, η αναστολή της δίκης πρέπει να εφαρμόζεται μόνο όταν είναι απολύτως αναγκαία, προκειμένου να διασφαλιστεί η ορθή και δίκαιη εκδίκαση της υπόθεσης.

Συγκεκριμένα, η αναστολή της δίκης πρέπει να εφαρμόζεται όταν συντρέχουν όλες οι προϋποθέσεις του άρθρου 249 ΚΠολΔ, δηλαδή όταν υπάρχει άλλη εκκρεμής δίκη, η διάγνωση της διαφοράς εξαρτάται από την άλλη δίκη και η άλλη δίκη αφορά το ίδιο αντικείμενο ή το ίδιο προδικαστικό ζήτημα με την εκκρεμούσα δίκη.

Επιπλέον, η αναστολή της δίκης πρέπει να εφαρμόζεται με σύνεση και με γνώμονα το συμφέρον της δικαιοσύνης. Αυτό σημαίνει ότι το δικαστήριο πρέπει να σταθμίσει τα συμφέροντα των διαδίκων, αλλά και το δημόσιο συμφέρον, προκειμένου να αποφασίσει αν πρέπει να ανασταλεί η δίκη.

Ειδικότερα, το δικαστήριο πρέπει να λάβει υπόψη τα εξής κριτήρια:

Την πιθανότητα να εκδοθεί απόφαση στην άλλη δίκη που θα έχει επίδραση στην εκκρεμούσα δίκη.
Την έκταση της επίδρασης που θα έχει η απόφαση στην άλλη δίκη στην εκκρεμούσα δίκη.
Την πιθανότητα να καθυστερήσει η εκδίκαση της εκκρεμούσας δίκης λόγω της αναστολής.
Την πιθανότητα να υποστούν οι διάδικοι οικονομική ή άλλη ζημία λόγω της αναστολής.

Εάν το δικαστήριο κρίνει ότι η αναστολή της δίκης είναι απολύτως αναγκαία, προκειμένου να διασφαλιστεί η ορθή και δίκαιη εκδίκαση της υπόθεσης, τότε μπορεί να διατάξει την αναβολή της συζήτησης της εκκρεμούσας δίκης μέχρι την περάτωση της άλλης δίκης ή μέχρι την έκδοση απόφασης από την διοικητική αρχή που δεν θα μπορεί να προσβληθεί.

Σε κάθε περίπτωση, η αναστολή της δίκης είναι μια εξαιρετική περίπτωση αναβολής, η οποία πρέπει να εφαρμόζεται με σύνεση και με γνώμονα το συμφέρον της δικαιοσύνης.

Η αναστολή ενός δικαστικού θέματος μπορεί να πραγματοποιηθεί είτε με αίτηση ενός από τα εμπλεκόμενα μέρη, είτε αυτεπαγγέλτως. Αυτή η διάταξη ισχύει σε όλα τα επίπεδα δικαστηρίων, συμπεριλαμβανομένου του Αρείου Πάγου.

Διαβάστε  Τι σημαίνει σύμβαση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου

Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η απόφαση που οδηγεί στην αναστολή της δίκης δεν είναι τελική και δεν μπορεί να προσβάλλεται με ένδικα μέσα. Αυτό σημαίνει ότι το δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση μπορεί να την ανακαλέσει μέχρι να εκδοθεί μια οριστική απόφαση στην υπόθεση.

Μετά την έκδοση της οριστικής απόφασης, η υπόθεση δεν θεωρείται ότι έχει διεκδικηθεί και παραμένει εκκρεμής. Η ίδια η απόφαση που διατάσσει την αναστολή θεωρείται ως ανωτέρας βίας γεγονός, το οποίο εμποδίζει την παραγραφή του θέματος στο δικαστήριο.

Το δικαστικό ένσημο δεν χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια της αναστολής και παραμένει διαθέσιμο για χρήση κατά τη διάρκεια της συζήτησης μετά την αναστολή.

Η αναστολή της δίκης κατά το άρθρο 249 ΚΠολΔ είναι μια εξαιρετική περίπτωση αναβολής, η οποία πρέπει να εφαρμόζεται με σύνεση και με γνώμονα το συμφέρον της δικαιοσύνης.

Παρόλη την εφαρμογή του άρθρου 731 ΚΠολΔ, ο νομοθέτης με το άρθρο 60 του Ν. 4842/2021 (ΦΕΚ Α’ 190/13.10.2021) με έναρξη ισχύος από 1.1.2022, επαναφέρει το άρθρο 938 ΚΠολΔ, το οποίο είχε καταργηθεί με το άρθρο 14 παρ. 1 του Ν. 4335/2015.

Η επαναφορά του άρθρου 938 παρέχει στον οφειλέτη τη δυνατότητα να ζητήσει την αναστολή της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί τη βάσει ανακοπής κατά της εκτέλεσης. Η αναστολή χορηγείται από το δικαστήριο, εφόσον κρίνει ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παρ. 1 του άρθρου 938, δηλαδή:

  • Η ανακοπή κατά της εκτέλεσης είναι νόμιμη και βάσιμη.
  • Η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης θα προκαλέσει στον οφειλέτη ανεπανόρθωτη βλάβη.

Η επαναφορά του άρθρου 938 αποτελεί μια σημαντική αλλαγή στο ελληνικό δίκαιο της αναγκαστικής εκτέλεσης. Η κατάργηση του άρθρου 938 το 2015 είχε ως στόχο να επιταχυνθεί η διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης και να αποτραπεί η κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη πριν την έκδοση της απόφασης επί της ανακοπής κατά της εκτέλεσης. Ωστόσο, η κατάργηση αυτή είχε ως αποτέλεσμα να δημιουργηθούν προβλήματα σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως όταν η ανακοπή κατά της εκτέλεσης είχε σοβαρά νομικά ζητήματα που απαιτούσαν χρόνο για την εξέτασή τους.

Διαβάστε  Ειδικό πληρεξούσιο σε δικηγόρο

Η επαναφορά του άρθρου 938 αποκαθιστά τη δυνατότητα του οφειλέτη να ζητήσει την αναστολή της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης, εφόσον κρίνει ότι η συνέχιση της εκτέλεσης θα του προξενήσει ανεπανόρθωτη βλάβη. Η δυνατότητα αυτή παρέχει στον οφειλέτη ένα σημαντικό δικαίωμα προστασίας των συμφερόντων του, ενώ παράλληλα δεν στερεί από τον πιστωτή το δικαίωμα να εισπράξει τις απαιτήσεις του.

Η επαναφορά του άρθρου 938 έχει επικριθεί από ορισμένους νομικούς, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι θα οδηγήσει σε καθυστερήσεις της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης. Ωστόσο, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η αναστολή της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης δεν είναι αυτονόητη και χορηγείται μόνο εφόσον το δικαστήριο κρίνει ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 938.

Συμπερασματικά, η επαναφορά του άρθρου 938 αποτελεί μια θετική εξέλιξη που ενισχύει τα δικαιώματα του οφειλέτη και παρέχει μεγαλύτερη ασφάλεια δικαίου.

Ωστόσο, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η επαναφορά του άρθρου 938 θα πρέπει να συνδυαστεί με την αποτελεσματική λειτουργία της δικαιοσύνης, ώστε να αποφεύγονται οι καθυστερήσεις της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης.

Ειδικότερα, η επαναφορά του άρθρου 938 θα μπορούσε να οδηγήσει σε καθυστερήσεις της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης, εάν:

  • Το δικαστήριο δεν κρίνει ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την αναστολή της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης, ακόμα και όταν η ανακοπή κατά της εκτέλεσης είναι νόμιμη και βάσιμη.
  • Η διαδικασία εκδίκασης της ανακοπής κατά της εκτέλεσης διαρκέσει για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Για να αποφευχθούν οι καθυστερήσεις αυτές, είναι σημαντικό τα δικαστήρια να κρίνουν με σύντομο χρόνο την αίτηση αναστολής της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 938. Επιπλέον, είναι σημαντικό να επιταχυνθεί η διαδικασία εκδίκασης της ανακοπής κατά της εκτέλεσης.

Παρόλη την εφαρμογή του άρθρου 731 ΚΠολΔ, ο νομοθέτης με το άρθρο 60 του Ν. 4842/2021 (ΦΕΚ Α’ 190/13.10.2021) με έναρξη ισχύος από 1.1.2022, επαναφέρει το άρθρο 938 ΚΠολΔ, το οποίο είχε καταργηθεί με το άρθρο 14 παρ. 1 του Ν. 4335/2015.

Η επαναφορά του άρθρου 938 παρέχει στον οφειλέτη τη δυνατότητα να ζητήσει την αναστολή της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί τη βάσει ανακοπής κατά της εκτέλεσης. Η αναστολή χορηγείται από το δικαστήριο, εφόσον κρίνει ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παρ. 1 του άρθρου 938, δηλαδή:

  • Η ανακοπή κατά της εκτέλεσης είναι νόμιμη και βάσιμη.
  • Η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης θα προκαλέσει στον οφειλέτη ανεπανόρθωτη βλάβη.
Loading...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Google news