Η σύνταξη αναπηρίας εφ’όρου ζωής στην Ελλάδα είναι μια κοινωνική παροχή που χορηγείται από τον ΕΦΚΑ σε άτομα που έχουν αναπηρία τουλάχιστον 67%, δεν μπορούν να εργαστούν και έχουν υποβληθεί σε ιατρική αξιολόγηση από τα ΚΕΠΑ, όσες φορές ορίζει η νομοθεσία σύμφωνα με την ηλικία τουα. Η σύνταξη αυτή είναι ισόβια και αποτελεί μέσο κοινωνικής πρόνοιας του κράτους για τους συμπολίτες μας που λόγω της παθήσεως τους δε μπορούν να εργαστούν.
Σύμφωνα με το άρθρο 25 παρ. 3 του νόμου 2084/1992, όπως τροποποιήθηκε με τη διάταξη του άρθρου 8 του ν. 3863/2010, το δικαίωμα συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας υφίσταται για όσο χρόνο ορίζεται από τις αρμόδιες Υγειονομικές Επιτροπές, παρατείνεται δε με τις ίδιες προϋποθέσεις ενώ δύναται να ελέγχεται αυτεπαγγέλτως οποτεδήποτε, με την υποβολή του συνταξιούχου σε ιατρική εξέταση από τις ανωτέρω επιτροπές, ήτοι τα Κέντρα Πιστοποίησης Αναπηρίας που με την ισχύουσα νομοθεσία έχουν επιφορτιστεί την αξιολόγηση του ποσοστού αναπηρίας του συνταξιούχου σύμφωνα με τις παθήσεις του, τον ιατρικό του φάκελο και τη γενική εικόνα της υγείας του σωματικής και ψυχολογικής σύμφωνα με την ηλικία του.
Η τροποποίηση αυτή, που ισχύει από την 15η Ιουλίου 2010, καταργεί την προηγούμενη διάταξη, η οποία προέβλεπε ότι το δικαίωμα συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας υφίστατο για όσο χρόνο ορίζεται από τις αρμόδιες Υγειονομικές Επιτροπές, παρατείνεται δε με τις ίδιες προϋποθέσεις για όσο χρόνο ο ασφαλισμένος παραμένει ανίκανος για εργασία.
Η νέα διάταξη, με τον θεσμό του αυτεπαγγέλτου ελέγχου, αποσκοπεί στην προστασία των συμφερόντων του ασφαλιστικού οργανισμού, καθώς και στην εξασφάλιση της συνέπειας και της διαφάνειας στην εφαρμογή των σχετικών διατάξεων. Έτσι, η δυνατότητα επαναξιολόγησης οδηγεί αναμφιβολα σε πιο αξιοκρατικά αποτελέσματα.
Συγκεκριμένα, ο αυτεπαγγέλτως έλεγχος μπορεί να διενεργηθεί από τον ασφαλιστικό οργανισμό, ο οποίος έχει τη δυνατότητα να ζητήσει από τον συνταξιούχο να προσέλθει σε ιατρική εξέταση από την αρμόδια Υγειονομική Επιτροπή. Εάν η Υγειονομική Επιτροπή κρίνει ότι ο συνταξιούχος δεν είναι πλέον ανίκανος για εργασία, ο ασφαλιστικός οργανισμός μπορεί να διακόψει τη συνταξιοδότησή του.
Ο αυτεπάγγελτος έλεγχος μπορεί να διενεργηθεί οποτεδήποτε, αλλά πρέπει να γίνεται τουλάχιστον μία φορά κάθε πέντε έτη.
Η νέα διάταξη έχει προκαλέσει αντιδράσεις από τους συνταξιούχους, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι αποτελεί παραβίαση των δικαιωμάτων τους. Ωστόσο, ο ασφαλιστικός οργανισμός υποστηρίζει ότι η διάταξη είναι αναγκαία για την προστασία των συμφερόντων του και για την εξασφάλιση της διαφάνειας στην εφαρμογή των σχετικών διατάξεων.
Για να δικαιούται κάποιος σύνταξη αναπηρίας εφ’όρου ζωής, πρέπει να πληροί τις εξής προϋποθέσεις:
Να έχει συμπληρώσει τουλάχιστον πέντε (5) έτη ασφάλισης, εκ των οποίων τουλάχιστον ένα (1) έτος εντός των δύο (2) τελευταίων ετών πριν από την υποβολή της αίτησης.
Να έχει αναπηρία τουλάχιστον 67%, η οποία πρέπει να έχει διαγνωστεί από αρμόδια υγειονομική επιτροπή του ΕΦΚΑ.
Να μην έχει συμπληρώσει την ηλικία συνταξιοδότησης για σύνταξη γήρατος.
Η σύνταξη αναπηρίας εφ’όρου ζωής υπολογίζεται με βάση τις εισφορές που έχει καταβάλει ο δικαιούχος στο ασφαλιστικό σύστημα. Το ύψος της σύνταξης εξαρτάται από το ποσοστό αναπηρίας, τον μέσο όρο των μηνιαίων αποδοχών του δικαιούχου και το χρόνο ασφάλισης.
Η αίτηση για σύνταξη αναπηρίας εφ’όρου ζωής υποβάλλεται στον ΕΦΚΑ με τα απαραίτητα δικαιολογητικά, τα οποία είναι:
Αίτηση
Ιατρική γνωμάτευση από αρμόδια υγειονομική επιτροπή του ΕΦΚΑ
Βεβαίωση ασφαλιστικής ενημερότητας
Φωτοαντίγραφο αστυνομικής ταυτότητας ή διαβατηρίου
Φωτοαντίγραφο βιβλιαρίου υγείας
Η σύνταξη αναπηρίας εφ’όρου ζωής χορηγείται από τον ΕΦΚΑ με απόφαση του Διοικητή του.
Ειδικά για την περίπτωση αναπηρίας που προέρχεται από ατύχημα ή ασθένεια που προκλήθηκε κατά την εκτέλεση της εργασίας, ο εργαζόμενος δικαιούται σύνταξη αναπηρίας εφ’όρου ζωής χωρίς να απαιτείται να έχει συμπληρώσει πέντε (5) έτη ασφάλισης.
Επίσης, ο εργαζόμενος που έχει συμπληρώσει τουλάχιστον 25 έτη ασφάλισης και έχει αναπηρία τουλάχιστον 67%, δικαιούται σύνταξη αναπηρίας εφ’όρου ζωής, ανεξάρτητα από την αιτία της αναπηρίας.
Η σύνταξη αναπηρίας εφ’όρου ζωής είναι φορολογητέα.
Μονιμοποίηση ποσοστού σύνταξης αναπηρίας
Η μονιμοποίηση ποσοστού σύνταξης αναπηρίας είναι η διαδικασία με την οποία το ποσοστό αναπηρίας ενός δικαιούχου καθορίζεται ως μόνιμο και δεν υπόκειται σε αναθεώρηση. Η μονιμοποίηση μπορεί να γίνει είτε μετά από αίτηση του δικαιούχου είτε αυτόματα από τον ΕΦΚΑ.
Για να μονιμοποιηθεί το ποσοστό αναπηρίας, ο δικαιούχος πρέπει να πληροί τις εξής προϋποθέσεις:
Να έχει λάβει προσωρινή σύνταξη αναπηρίας για τουλάχιστον δύο (2) χρόνια.
Να έχει υποβληθεί σε επανεξέταση από αρμόδια υγειονομική επιτροπή του ΕΦΚΑ.
Η υγειονομική επιτροπή να έχει κρίνει ότι η αναπηρία του δικαιούχου είναι μόνιμη.
Ειδικότερα, για τη μονιμοποίηση της συντάξεως αναπηρίας των ασφαλισμένων μετά το 1992 θα πρέπει ο συνταξιούχος να έχει συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας του, να έχει λάβει 7ετή συνεχή συνταξιοδότηση και να έχει αξιολογηθεί από τις υγειονομικές επιτροπές τουλάχιστον τρεις φορές ή να είναι πάνω από 60 ετών, να έχει συνταξιοδοτηθεί συνεχώς για τουλάχιστον 5 έτη και να έχει εξεταστεί τουλάχιστον 2 φορές
Για τους ασφαλισμένους πριν το 1992 ισχυει ο αυτεπάγγελτος έλεγχος από τον αρμόδιο ασφαλιστικό φορέα, ο οποίος μπορεί να προβεί σε άρση ή τροποποίηση των παροχών, ανάλογα με τα στοιχεία που έχει στη διαθεση του για τον ασφαλισμένο.
Η μονιμοποίηση του ποσοστού αναπηρίας έχει ως αποτέλεσμα τη χορήγηση της σύνταξης αναπηρίας εφ’όρου ζωής στον δικαιούχο.
Η αίτηση για μονιμοποίηση του ποσοστού αναπηρίας υποβάλλεται στον ΕΦΚΑ με τα απαραίτητα δικαιολογητικά, τα οποία είναι:
Αίτηση
Ιατρική γνωμάτευση από αρμόδια υγειονομική επιτροπή του ΕΦΚΑ
Βεβαίωση ασφαλιστικής ενημερότητας
Φωτοαντίγραφο αστυνομικής ταυτότητας ή διαβατηρίου
Φωτοαντίγραφο βιβλιαρίου υγείας
Η αίτηση για μονιμοποίηση του ποσοστού αναπηρίας εξετάζεται από αρμόδια υγειονομική επιτροπή του ΕΦΚΑ. Η υγειονομική επιτροπή συνεδριάζει και εκδίδει απόφαση εντός τριών (3) μηνών από την υποβολή της αίτησης.
Εάν η υγειονομική επιτροπή κρίνει ότι η αναπηρία του δικαιούχου είναι μόνιμη, τότε ο ΕΦΚΑ χορηγεί στον δικαιούχο σύνταξη αναπηρίας εφ’όρου ζωής.
Εάν η υγειονομική επιτροπή κρίνει ότι η αναπηρία του δικαιούχου δεν είναι μόνιμη, τότε το ποσοστό αναπηρίας παραμένει προσωρινό και ο δικαιούχος θα πρέπει να υποβληθεί σε επανεξέταση μετά από ένα (1) έτος.
Η μονιμοποίηση του ποσοστού αναπηρίας είναι σημαντική για τους δικαιούχους, καθώς τους παρέχει την ασφάλεια ότι η σύνταξή τους δεν θα αναθεωρηθεί στο μέλλον.