Ο Νόμος 4800/2021 αποτελεί ένα σημαντικό νομοθέτημα με σημαντικές και ουσιαστικές τροποποιήσεις στον τομέα του οικογενειακού δικαίου, ειδικότερα όσον αφορά τις σχέσεις μεταξύ γονέων και παιδιών. Αυτός ο νόμος έφερε στο προσκήνιο την έννοια της συνεπιμέλειας ή, νομικά πιο σωστά, της από κοινού άσκησης της γονικής μέριμνας, μετά τον διαζυγικό χωρισμό, την ακύρωση του γάμου ή τη λήξη της συμβίωσης μεταξύ συζύγων ή συμβιωτών.
Ας εξετάσουμε, λοιπόν, τι προβλέπει το άρθρο 1513ακ μετά την επικαιροποίησή του με τον Νόμο 4800/2021.
Έννοια της συνεπιμέλειας – Άρθρο 1513 Α.Κ
Σύμφωνα με το άρθρο 1513 Α.Κ, στις περιπτώσεις διαζυγίου, ακύρωσης του γάμου, λύσης συμφώνου συμβίωσης ή λήξης της συμβίωσης μεταξύ συζύγων και εφόσον και οι δύο γονείς είναι εν ζωή, συνεχίζουν να ασκούν από κοινού και ισότιμα τη γονική μέριμνα για τα παιδιά τους. Ο γονέας με τον οποίο διαμένει το παιδί πρέπει να ενημερώνει τον άλλο γονέα για όλες τις σημαντικές αποφάσεις που αφορούν το παιδί, όπως προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 1516 Α.Κ.
Συνεπώς, παρατηρούμε ότι η ανανεωμένη διάταξη του άρθρου 1513 Α.Κ. καθιερώνει την από κοινού και ισότιμη άσκηση της γονικής μέριμνας μετά το διαζυγικό χωρισμό, δίνοντας έμφαση στον αμοιβαίο συντονισμό των γονέων σε όλα τα θέματα που αφορούν τα παιδιά, εκτός από τα επείγοντα και επίκαιρα ζητήματα, τα οποία μπορεί να αποφασίζει μόνο ο γονέας με τον οποίο ζει το παιδί.
Βάσει της νομοθεσίας, οι γονείς οφείλουν να συνεργάζονται ακόμα και μετά τον χωρισμό τους, προκειμένου να λαμβάνουν κοινές αποφάσεις σχετικά με θέματα που αφορούν τη φροντίδα του παιδιού, τη νομική εκπροσώπησή του και τη διαχείριση της περιουσίας του. Εξαιρούνται από αυτόν τον κανόνα οι καθημερινές φροντίδες, όπως το ωράριο μελέτης του παιδιού, η επιλογή των ρούχων, το φαγητό, καθώς και η διαχείριση της περιουσίας του, όπως η επιδιόρθωση αντικειμένων του παιδιού, η είσπραξη ενοικίου από ακίνητο που ανήκει σε αυτόν, και οι επείγουσες ενέργειες για την υγεία του παιδιού, καθώς και δράσεις επείγοντος χαρακτήρα, όπως η υποβολή μήνυσης σε περίπτωση προσβολής του παιδιού.
Οι καθημερινές φροντίδες, η διαχείριση της περιουσίας του παιδιού και οι επείγουσες πράξεις μπορούν να πραγματοποιηθούν από τον γονέα που συνδιαμένει με το παιδί, αρκεί να ενημερώσει προηγουμένως τον άλλο γονέα. Ωστόσο, για τα σημαντικά θέματα που αφορούν το παιδί, απαιτείται η συνεννόηση και η συμφωνία των δύο γονέων, ακόμα και αν η επιμέλεια του παιδιού έχει ανατεθεί σε έναν από τους δύο γονείς, με βάση είτε τη συμφωνία τους είτε απόφαση του δικαστηρίου.
Κάποιες σημαντικές αποφάσεις που πρέπει να ληφθούν σχετίζονται με τη θρησκευτική ανατροφή, την επιλογή ονόματος, τις υγειονομικές ανάγκες (εκτός από εκείνες που είναι επείγουσες) και την εκπαίδευση του παιδιού, μεταξύ άλλων. Σύμφωνα με το άρθρο 1519 του νόμου 4800/2021, η αλλαγή της διαμονής του παιδιού που επηρεάζει σημαντικά το δικαίωμα επαφής με τον γονέα που μένει μαζί του, πρέπει να συμφωνηθεί γραπτώς από τους γονείς ή να αποφασιστεί από το δικαστήριο μετά από αίτηση ενός γονέα. Όταν οι γονείς διαφωνούν για κάποιο ζήτημα υπό το πρίσμα της κοινής γονικής φροντίδας, το δικαστήριο έχει το δικαίωμα να αποφασίσει, βάσει του άρθρου 1.512 του Α.Κ. Πριν όμως οι γονείς καταφύγουν στο δικαστήριο, οφείλουν να δοκιμάσουν με κάθε τρόπο να βρουν μια συμφωνία, όπως ορίζει ο νόμος.
Η συνεπιμέλεια είναι μια σύγχρονη νομοθετική προσέγγιση που στοχεύει στο να παρέχει στο τέκνο την ευκαιρία να διατηρεί ισχυρούς δεσμούς με και τους δύο γονείς του, υπό την προϋπόθεση ότι οι γονείς είναι σε θέση να συνεργαστούν και να λάβουν αποφάσεις για το καλό του παιδιού τους. Εάν ένας γονιός αντιδρά συστηματικά και χωρίς λόγο, αυτό μπορεί να οδηγήσει σε νομικές συνέπειες και την ανάθεση της αποκλειστικής άσκησης γονικής μέριμνας στον άλλο γονέα.
Εντούτοις, το σύστημα της συνεπιμέλειας δεν είναι απαραίτητα ιδανικό για όλες τις περιπτώσεις. Στις περιπτώσεις όπου οι γονείς έχουν διατηρήσει καλές σχέσεις, η συνεπιμέλεια μπορεί να είναι ευεργετική για το παιδί. Ωστόσο, σε περιπτώσεις όπου υπάρχει έλλειψη συνεννόησης μεταξύ των γονέων, τα παιδιά μπορεί να βρεθούν στη μέση των εντάσεων, δημιουργώντας ένα περιβάλλον που δεν είναι στο καλύτερο συμφέρον τους.
Συμπερασματικά
Πάνω απ’ όλα, όταν λαμβάνονται αποφάσεις σχετικά με την προστασία και τη φροντίδα των παιδιών, το κεντρικό ενδιαφέρον πρέπει να είναι πάντα το καλύτερο συμφέρον του παιδιού. Είναι ζωτικής σημασίας να διασφαλίζεται ότι οι νέες νομοθετικές προτάσεις και οι πρακτικές λαμβάνονται μετά από διεξοδική έρευνα και συζήτηση, λαμβάνοντας υπόψη την εμπειρογνωμοσύνη των ειδικών στον τομέα της παιδοψυχολογίας και της οικογενειακής έρευνας.