Google news
Δικηγόρος Εργατολόγος Αθήνα - Εργατικό Δίκαιο (1)

Δικηγόρος Εργατολόγος Αθήνα – Εργατικό Δίκαιο

Το εργατικό δίκαιο, συνιστά έναν αυτόνομο κλάδο δικαίου που ρυθμίζει τις σχέσεις μεταξύ εργαζομένων και εργοδοτών. Συγκεκριμένα, το πεδίο εφαρμογής του εργατικού δικαίου είναι η σύμβαση εξαρτημένης εργασίας. Η σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, εστιάζει στην υποχρέωση του εργαζομένου να ακολουθεί τις οδηγίες του εργοδότη, αναφορικά με τον τρόπο, χρόνο, τόπο ή το είδος της παροχής εργασίας, διεπόμενη από την εργατική νομοθεσία. Ο δικηγόρος εργατολόγος έχει την δυνατότητα να στηρίξει ανάλογες υποθέσεις.

Θα πρέπει ωστόσο να διακριθεί η σύμβαση εξαρτημένης εργασίας από συγγενείς έννοιες, όπως είναι η σύμβαση ανεξάρτητων υπηρεσιών, η σύμβαση έργου, η σύμβαση εταιρίας και η μίσθωση πράγματος (μικτή σύμβαση).

Πίνακας Περιεχομένου

Δικηγόρος Εργατολόγος και Εργατικό Δίκαιο

Τα βασικότερα είδη συμβάσεων εργασίας που εντάσσονται στη νομοθεσία του εργατικού δικαίου είναι: α) η σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου, κατά την οποία οι συμβαλλόμενοι δεν έχουν καθορίσει ορισμένη διάρκεια για τη παροχή εργασίας, β) η σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου, κατά την οποία τα συμβαλλόμενα μέρη έχουν καθορίσει τη χρονική διάρκεια της συμβάσεως και παύει αυτοδικαίως η σύμβαση μετά από τη παρέλευση του ορισμένου χρονικού διαστήματος, γ) η σύμβαση εργασίας με δοκιμή, όπου ο εργοδότης έχει για εύλογο χρονικό διάστημα το δικαίωμα να κρίνει αν ο εργαζόμενος διαθέτει τις απαιτούμενες ικανότητες για τη συγκεκριμένη εργασία πριν τον προσλάβει οριστικά, δ) η σύμβαση ετοιμότητας προς εργασία, η οποία έχει ως αντικείμενο της την ετοιμότητα του εργαζομένου για παροχή εργασίας και διακρίνεται σε γνήσια ετοιμότητα προς εργασία και σε απλή ετοιμότητα προς εργασία, δ) η σύμβαση δανεισμού εργαζομένου, η οποία πραγματοποιείται μεταξύ εργοδότη και τρίτου και έχει ως αντικείμενο τη παραχώρηση του εργαζομένου σε τρίτο πρόσωπο. Ο δικηγόρος εργατολόγος είναι ο επαγελματίας που θα σας δώσει λύσεις.

Το εργατικό δίκαιο προβαίνει στη διάκριση των υπαλλήλων από τους εργάτες (εργατοτεχνίτες), με κριτήριο το αν υπερέχει η πνευματική ή η σωματική εργασία. Ωστόσο, πλέον στα εργασιακά ζητήματα έχει επέλθει εξομοίωση των δύο κατηγοριών. Πέρα όμως από τη γενική αυτή διάκριση, το εργατικό δίκαιο προνοεί και δρα προστατευτικά και για τις λεγόμενες ειδικές κατηγορίες εργαζομένων. Αυτές οι κατηγορίες είναι: α)οι ανήλικοι εργαζόμενοι οι οποίοι απαγορεύεται να απασχολούνται σε εργασιακές θέσεις, που υπερβαίνουν αντικειμενικά τις φυσικές, πνευματικές, ψυχικές ή ψυχολογικές ικανότητες τους, β) οι μητέρες εργαζόμενες,  που προστατεύονται από καταγγελία της σύμβσης εργασίας άνευ σπουδάιου λόγου, με τη χορήγηση αδειών μητρότητας καθώς και με ίσες ευκαιρίες κατά τη πρόσληψη, γ) οι πολύτεκνοι εργαζόμενοι, δ) οι ανάπηροι εργαζόμενοι, ε) οι αγωνιστές εθνικής αντίστασης και στ) οι ανάπηροι πολέμου.

Διαβάστε  Απειλή – Άρθρο 333 Π.Κ.

Το εργατικό δίκαιο προβλέπει και μια ιδιαίτερη κατηγορία εργαζομένων, τους διευθύνοντες υπαλλήλους. Οι διευθύνοντες υπάλληλοι είναι συνήθως υπάλληλοι μεγάλης επιχείρησης, στους οποίους ανατίθενται καθήκοντα γενικότερης διεύθυνσης των υποθέσεων και του προσωπικού της επιχείρησης, λόγω των εξαιρετικών τους προσόντων και της εμπιστοσύνης του κυρίου της επιχείρησης. Σε αυτό το είδος υπαλλήλων, εφαρμόζονται κατά κύριο λόγο οι διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας.

Τι προβλέπει το εργατικό δίκαιο για τη σύναψη της σύμβασης εργασίας;

Aρχικά, ένα πρόσωπο για να συνάψει σύμβαση εργασίας θα πρέπει να έχει δικαιοπρακτική ικανότητα, δηλαδή να έχει συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας του ή σε περίπτωση που είναι άνω των 15 ετών να έχει τη συναίνεση των προσώπων που ασκούν την επιμέλεια του. Επιπροσθέτως, θα πρέπει να υφίσταται βούληση, για τη σύναψη σύμβασης εργασίας, δηλαδή επιθυμία νομικής δέσμευσης, η οποία μάλιστα θα πρέπει να είναι έγκυρη, πραγματική, σοβαρή και απαλλαγμένη ελαττωμάτων.

Πότε μια σύμβαση εργασίας είναι άκυρη;

Άκυρη είναι μια σύμβαση εργασίας, όταν το περιεχόμενο της αντίκειται σε απαγορευτικούς κανόνες ή σε περίπτωση που λείπει μια βασική προϋπόθεση ή ιδιότητα που επιβάλλεται από αναγκαστικούς κανόνες. Η ακυρότητα αυτή διακρίνεται σε σχετική, όταν οι παραβιασθέντες αναγκαστικοί κανόνες απέβλεπαν στο συμφέρον του ενός συμβαλλόμενου και σε απόλυτη, όταν οι παραβιασθέντες αναγκαστικοί κανόνες απέβλεπαν στο γενικότερο δημόσιο συμφέρον ή στη δημόσια υγεία. Μιλήστε με δικηγόρο εργατολόγο για ενημέρωση ανά περίπτωση.

Ποιές είναι οι υποχρεώσεις των εργαζομένων από τη σύμβαση εργασίας;

Aρχικά, ο εργαζόμενος υποχρεούται να παρέχει την εργασία του, ήτοι να διαθέτει την εργασιακή του δύναμη στη διάθεση του εργοδότη. Ακόμη, υποχρεούται εκ της καλής πίστης να παρέχει εντός του νομίμου ωραρίου και αν παρουσιαστεί έκτακτη ανάγκη πρόσθετη εργασία, που να αντιστοιχεί όμως στην υπηρεσιακή του σχέση και να μη προσβάλλει την αξιοπρέπεια του. Μιλήστε με δικηγόρο εργατολόγο.

Ως προς τον τρόπο εκτέλεσης της εργασίας, ο εργαζόμενος υποχρεούται να συμμορφώνεται στις εντολές του εργοδότη, να εκτελεί με επιμέλεια την εργασία του και να την εκτελεί αυτοπρόσωπα. Επιπροσθέτως, ο εργαζόμενος έχει υποχρέωση εχεμύθειας στα ευαίσθητα οργανωτικά και οικονομικά δεδομένα της επιχείρησης που τον απασχολεί, ακόμα και μετά την αποχώρηση του από την επιχείρηση.

Τι προβλέπεται για την αμοιβή του εργαζομένου;

To βασικότερο δικαίωμα των εργαζομένων, είναι το δικαίωμα σε μισθό για τη παρεχόμενη εργασία. Ο μισθός διακρίνεται σε νόμιμο μισθό που περιλαμβάνει το βασικό μισθό και τα επιδόματα και στον ειθισμένο μισθό που είναι μισθός που καταβάλλεται στον εργαζόμενο, όταν δε προκύπτει νόμιμος μισθός είτε γιατί δεν έχει καθοριστεί είτε γιατί στη περίπτωση δεν εφαρμόζεται η συλλογική σύμβαση εργασίας. Ο Δικηγόρος εργατολόγος θα σας δώσει επιπλέον καθοδήγηση και συμβουλευτική.

Πως προστατεύεται ο μισθός του εργαζομένου;

O μισθός του εργαζομένου προστατεύεται ως ακολούθως: α) απαγορεύεται ο συμψηφισμός του με απαιτήσεις του εργοδότη, β) υπάρχει προνομιακή ικανοποίηση των μισθολογικών αξιώσεων, γ) απαγορεύεται η κατάσχεση του μισθού εκτός κάποιων εξαιρέσεων όπως είναι η διατροφή τέκνων, και δ) δεν επιτρέπεται η παραίτηση του εργαζομένου από το μισθό.

Σε περίπτωση που δε καταβάλλεται ο μισθός ποια είναι τα δικαιώματα του εργαζομένου;

Aν υπάρχει ζήτημα μη καταβολής μισθού, ο εργαζόμενος δύναται να προβεί σε άσκηση αγωγής και μάλιστα σε περίπτωση κατεπείγοντος, υπάρχει δυνατότητα κατάθεσης ασφαλιστικών μέτρων, με τα οποία θα ζητείται η προσωρινή επιδίκαση των απαιτήσεων του μισθωτού. Ακόμη, έχει τη δυνατότητα να πραγματοποιήσει επίσχεση εργασίας, δηλαδή να δηλώσει πως παύει να παρέχει την εργασία του, μέχρι ο εργοδότης να εκπληρώσει τη δική του υποχρέωση, δηλαδή να καταβάλλει τον μισθό που του αναλογεί. Ο δικηγόρος εργατολόγος σε συνεργασία μαζί μας θα συλλέξει τα στοιχεία.

Διαβάστε  Διορισμός και Απόλυση

Μάλιστα, η καθυστέρηση καταβολής του μισθού μπορεί να θεωρηθεί από τον εργαζόμενο δυσμενής μεταβολή των όρων εργασίας και ως εκ τούτου ο εργαζόμενος, δύναται να θεωρήσει τη καθυστέρηση καταβολής ως σπουδαίο λόγο για τη σύμβαση εργασίας. Άλλη μια δυνατότητα που παρέχει η νομοθεσία στον εργαζόμενο επί καθυστερήσεως καταβολής δεδουλευμένων είναι να υποβάλλει μήνυση, ώστε σε περίπτωση ενοχής του εργοδότη να τιμωρηθεί από τα ποινικά δικαστήρια. Ο δικηγόρος εργατολόγος θα σας δώσει επιπλέον πληροφορίες.

Τι είναι η μονομερής βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας;

Ο εργοδότης δεν επιτρέπεται να μεταβάλλει τους όρους εργασίας κατά την άσκηση του διευθυντικού δικαιώματος, χωρίς να έχει δικαίωμα από το Νόμο, τη Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, τον κανονισμό προσωπικού ή την ατομική σύμβαση εργασίας. Μια μεταβολή των όρων εργασίας θεωρείται βλαπτική όταν έχει αποτέλεσμα την επέλευση στον εργαζόμενο όχι μόνο υλικής αλλά και ηθικής βλάβης.

Ποια είναι τα δικαιώματα του εργαζομένου σε περίπτωση μονομερούς βλαπτικής μεταβολής των όρων εργασίας;

Ο εργαζόμενος σε περίπτωση μονομερούς βλαπτικής μεταβολής των όρων εργασίας, έχει τις ακόλουθες δυνατότητες: α) να αποκρούσει τη μεταβολή, ζητώντας να τηρηθούν οι όροι της σύμβασης καθώς και να εξακολουθήσει να παρέχει την εργασία με τους ίδιους όρους πριν τη μεταβολή, β) να θεωρήσει τη μεταβολή αυτή σύμφωνα με το άρθρο 7 του Ν.2112/1920, ως καταγγελία της σύμβασης εκ μέρους του εργοδότη αξιώνοντας επί συμβάσεως αορίστου χρόνου τη καταβολή της νομίμου αποζημιώσεως, γ) να προβεί σε ρητή ή σιωπηρή αποδοχή της μεταβολής, οπότε συνάπτεται μια νέα σύμβαση εργασίας τροποποιητική της παλαιότερης, δ) να ζητήσει για την ηθική βλάβη που έχει υποστεί χρηματική ικανοποίηση, σε περίπτωση βέβαια που η μεταβολή έχει επιφέρει επιζήμιες συνέπειες για τη προσωπικότητα του.

Ποιές είναι οι άδειες που δικαιούνται οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα σύμφωνα με το εργατικό δίκαιο;

Oι εργαζόμενοι που εργάζονται με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου ή ορισμένου χρόνου στον ιδιωτικό τομέα, πέρα από τη κανονική άδεια με αποδοχές, δικαιούνται μέσα στο ημερολογιακό έτος εργασιακής απασχόλησης τους και άλλες άδειες. Οι συνηθέστερες εκ των οποίων είναι:α) η άδεια παρακολούθησης σχολικής επίδοσης που μπορεί να έχει διάρκεια μέχρι 4 εργάσιμες ημέρες το έτος, β) η άδεια άνευ αποδοχών που είναι μια μορφή αναστολής της συμβάσεως εργασίας για περιορισμένο χρονικό διάστημα, γ) η γονική άδεια ανατροφής τέκνων μετά από τη συμπλήρωση 1 έτους εργασίας στον ίδιο εργοδότη, δ) άδεια εξετάσεων άνευ αποδοχών μέχρι 30 μέρες το έτος, ε) η άδεια λόγω θανάτου συγγενούς, διάρκειας δύο (2) ημερών, με αποδοχές, σε περίπτωση θανάτου συζύγου, τέκνων, γονέων και αδελφών.

Ποιές είναι οι ημέρες υποχρεωτικής αργίας που έχουν καθοριστεί από το εργατικό δίκαιο

Εκ του άρθρου 60 του νόμου 4808/2021, οι ημέρες κατά τις οποίες απαγορεύεται κάθε μορφής εργασία είναι: η 1η Ιανουαρίου (πρωτοχρονιά), η 6η Ιανουαρίου (Θεοφάνεια), η 25η Μαρτίου, η Δευτέρα του Πάσχα, η 1η Μαϊου, η 15η Αυγούστου (γιορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου), η 28η Οκτωβρίου, η 25η Δεκεμβρίου (γιορτή της γέννησης του Χριστού) καθώς και η 26η Δεκεμβρίου.

Διαβάστε  Κληρονομητήριο

Τι είναι το διευθυντικό δικαίωμα του εργοδότη;

Ως διευθυντικό δικαίωμα του εργοδότη ορίζεται, η εξουσία που έχει να καθορίζει τα καθήκοντα του μισθωτού, τον τόπο, τον τρόπο και το χρόνο εργασίας του προκειμένου να λειτουργεί κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο η επιχείρηση του. Ωστόσο, σημαντικό είναι να λεχθεί πως το διευθυντικό δικαίωμα θα πρέπει να ασκείται δικαίως και εντός των πλαισίων της συμβάσεως εργασίας. Δεν επιτρέπεται η καταχρηστική άσκηση του διευθυντικού δικαιώματος και αντίκειται στο άρθρο 281 ΑΚ.

Τι είναι η πρακτική της εκμετάλλευσης ή επιχειρησιακή συνήθεια;

Επιχειρησιακή συνήθεια ή πρακτική της εκμετάλλευσης, είναι ο σταθερός και ομοιόμορφος χειρισμός ορισμένων ζητημάτων από τον εργοδότη, που δίνει την εντύπωση πως πραγματοποιείται κατ’ εφαρμογή κάποιου δεσμευτικού κανόνα.

Τι προβλέπεται για τη προστασία της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων;

Στο άρθρο 662 ΑΚ, ορίζεται πως <<ο εργοδότης οφείλει να διαρρυθμίζει τα σχετικά με την εργασία και το χώρο της, καθώς και τα σχετικά με τη διαμονή, τις εγκαταστάσεις και τα μηχανήματα ή εργαλεία, έτσι ώστε να προστατεύεται η ζωή και η υγεία του εργαζομένου. Θα πρέπει λοιπόν ο εργοδότης να προνοεί για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων του, βάσει της αναφερθείσας διάταξης αλλά και των άρθρων 57 ΑΚ, 5 και 22 του Συντάγματος περί σεβασμού και προστασίας της προσωπικότητας.

Τι αναφέρεται στο εργατικό δίκαιο για το εργατικό ατύχημα;

Ως εργατικό ατύχημα ορίζεται, οτιδήποτε συνέβη στον εργαζόμενο κατά την εκτέλεση της εργασίας ή με αφορμή αυτή και το οποίο οφείλεται σε αιφνίδιο και βίαιο γεγονός, που συνεπάγεται ανικανότητα για εργασία ή ακόμα και θάνατο του εργαζομένου. Σημαντική για τη κατανόηση του ορισμού του εργατικού ατυχήματος είναι η νομολογία των δικαστηρίων. Σύμφωνα με τη νομολογία, οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου σε κακό εργασιακό περιβάλλον θεωρήθηκε εργατικό ατύχημα.

Επιδείνωση προϋπάρχουσας ασθένειας, από υπέρμετρη προσπάθεια που κατέβαλε ο εργαζόμενος κατά την εκτέλεση της εργασίας του, κρίθηκε ως εργατικό ατύχημα. Άλλη μια περίπτωση που έχει κριθεί νομολογιακά ως εργατικό ατύχημα, είναι η ανάθεση βαριάς εργασίας σε εργαζόμενο που δεν έχει αποθεραπευθεί.

Ποιές είναι οι κατηγορίες ατυχημάτων που καλύπτονται από την εργατική νομοθεσία;

Τρεις είναι οι περιπτώσεις ατυχημάτων που καλύπτονται από την εργατική νομοθεσία: α) τα εργατικά ατυχήματα που συμβαίνουν κατά την εκτέλεση της εργασίας, β) τα εργατικά ατυχήματα με αφορμή την εργασία και γ) τα εργατικά ατυχήματα από επαγγελματική ασθένεια.

Υπάρχει υποχρέωση αναγγελίας του εργατικού ατυχήματος;

H αναγγελία του εργατικού ατυχήματος είναι υποχρεωτική από τον εργοδότη ή τον αντιπρόσωπο του, από τον παθόντα ασφαλισμένο και σε περίπτωση αδυναμίας του ή θανάτου του, από τα πρόσωπα που αποκτούν δικαίωμα από αυτό, από τον γιατρό που έδωσε τις πρώτες βοήθειες και κάθε υπάλληλο του ΕΦΚΑ, επίσης και από οποιοδήποτε τρίτο που έλαβε γνώση. Η προθεσμία της αναγγελίας είναι εντός πέντε ημερών από το ατύχημα.

Ποια είναι τα δικαιώματα του εργαζομένου ή των συγγενικών του προσώπων σε περίπτωση εργατικού ατυχήματος ή επαγγελματικής ασθένειας;

O εργαζόμενος σε μια τέτοια περίπτωση, δικαιούται ιατροφαρμακευτική και νοσοκομειακή περίθαλψη, εφάπαξ αποζημίωση όταν δεν είναι ασφαλισμένος στον ΕΦΚΑ, αποδοχές – επίδομα ασθενείας, συνταξιοδότηση λόγω ατυχήματος από τον ΕΦΚΑ, αποζημίωση για ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη σε περίπτωση δυστυχήματος. Ζητήστε συμβουλευτική από νομικό. Ο δικηγόρος εργατολόγος θα αξιολογήσει εξατομικευμένα την δική σας υπόθεση.

Ποια είναι η διαδικασία που ακολουθείται επί ομαδικών απολύσεων;

Το άρθρο 17 του Ν. 4472/2017, ορίζει πως οι  προθεσμία των διαβουλεύσεων μεταξύ εργαζομένων και εργοδότη είναι 30 μέρες και αρχίζει από τη πρόσκληση του εργοδότη για διαβουλεύσεις στους εκπροσώπους των εργαζομένων. Στο Ανώτατο Συμβούλιο Εργασίας θα πρέπει ο εργοδότης να υποβάλλει το πρακτικό των διαβουλεύσεων και οι εκπρόσωποι των εργαζομένων δύνανται να καταθέσουν υπόμνημα στο Ανώτατο Συμβούλιο Εργασίας, αναφορικά με τη πραγματοποιηθείσα διαβούλευση.

Σε περίπτωση συμφωνίας των μερών, οι ομαδικές απολύσεις πραγματοποιούνται ως ορίζει η συμφωνία  και ισχύουν 10 μέρες μετά από την υποβολή του πρακτικού διαβούλευσης στο ΑΣΕ. Αν δεν επέλθει συμφωνία, το ΑΣΕ εντός 10 ημερών από την υποβολή του πρακτικού διαβούλευσης, ελέγχει αν τηρήθηκαν σύννομα οι απαιτούμενες διαδικασίες.

Αν κρίνει πως τηρήθηκαν οι υποχρεώσεις του εργοδότη, οι απολύσεις πραγματοποιούνται εντός είκοσι ημερών από την έκδοση της απόφασης. Αν το ΑΣΕ κρίνει πως δεν έχουν πραγματοποιηθεί οι απαιτούμενες ενέργειες και κοινοποιήσεις από τον εργοδότη, τότε προβαίνει σε παράταση των διαβουλεύσεων. Σε κάθε περίπτωση μετά από εξήντα μέρες από τη κοινοποίηση του πρακτικού διαβούλευσης στο ΑΣΕ, οι απολύσεις ισχύουν κανονικά. Να θυμάστε πάντα ότι η καθοδήγηση που προσφέρει ένας δικηγόρος εργατολόγος είναι σημαντική σε όλο το φάσμα.

Loading...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Google news